Μια διαφορετική προσέγγιση της Ιδιοπαθούς Υπέρτασης
Ιδιοπαθές χαρακτηρίζεται κάτι, για το οποίο δεν εντοπίζεται συγκεκριμένο παθολογικό αίτιο. Από άποψη ανατομίας και φυσιολογίας όλα δείχνουν να λειτουργούν καλά, η αρτηριακή πίεση, όμως, για να ασχοληθούμε με αυτήν συγκεκριμένα, ξεφεύγει και μάλιστα μερικές φορές αρκετά επικίνδυνα. Με ένα χάπι μπορεί να επανέλθει στα φυσιολογικά της, αλλά εμείς αναρωτιόμαστε γιατί. Αφού όλα δείχνουν να λειτουργούν σωστά, τι πάει λάθος;
Το λάθος ίσως να συμβαίνει σε κάποιον άλλο τομέα της ύπαρξής μας και όχι στην ανατομία και την οργανική μας λειτουργικότητα. Οπότε ας προσπαθήσουμε να εισχωρήσουμε λίγο πιο βαθιά. Εκεί που ο καρδιολόγος δεν έχει πρόσβαση.
Είναι καθολική η αποδοχή ότι είμαστε σώμα, νους και πνεύμα. Μια ανάλυση περί πνεύματος ξεφεύγει των σκοπών της συγκεκριμένης αρθρογραφίας, καθόσον περικλείει στοιχεία φιλοσοφικά έως μετά – φυσικά. Νους είναι οι σκέψεις μας και η συνολική νοητική μας διεργασία, συνειδητή και ασυνείδητη, η οποία ευθύνεται για το οικοδόμημα των πεποιθήσεών μας, το οποίο με τη σειρά του δημιουργεί την προσωπική μας τοποθέτηση απέναντι στις εξωτερικές συνθήκες, καθορίζοντας τις αντιδράσεις μας και υποκινώντας τις δράσεις μας. Σώμα είναι αυτό που με την παθολογία του, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, εξωτερικεύει τις συνέπειες μιας νοητικής “ανισορροπίας”, που συνεπικουρείται από τα παραγόμενα από αυτήν σχετιζόμενα συναισθήματα.
Στην περίπτωση της ιδιοπαθούς υπέρτασης είναι πολύ πιθανόν οι αιτίες να κρύβονται σε εσωτερική πίεση που έχει συσσωρευτεί από υπερβολική συναισθηματική συμπεριφορά. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι και στις δύο περιπτώσεις χρησιμοποιούμε την ίδια λέξη: πίεση. Για να κάνουμε όμως λίγο πιο σαφές κάτι τόσο αόριστο, όπως η υπερβολική συναισθηματική συμπεριφορά, ας επιχειρήσουμε μια επίσης αόριστη προσέγγιση που μπορεί, ωστόσο, να κάνει τα πράγματα πιο συγκεκριμένα.
Υπερβολική συναισθηματική συμπεριφορά, λοιπόν, προκαλείται, εκτός των άλλων, όταν επαναβιώνονται συναισθηματικές καταστάσεις του παρελθόντος κατ΄ επανάληψη και οι οποίες ενεργοποιούν ανεπούλωτα, προφανώς, συναισθηματικά τραύματα. Βιώνοντας εσωτερικά μια τέτοια κατάσταση, ξοδεύεται τεράστια νοητική ενέργεια, που έχει σαν αποτέλεσμα την επανεμφάνιση των διαταραγμένων συναισθημάτων, κάτι που “τρελαίνει” τη νευροχημεία του οργανισμού.
Η υπερβολική αυτή εσωτερική ένταση μπορεί ακόμη να οφείλεται σε κάποιον απωθημένο θυμό ή μια δυσκολία που αγγίζει την περιοχή των επιθυμιών και των “θέλω” μας και η οποία, παρότι είναι πολύ παλιά, δεν κατορθώσαμε να την τακτοποιήσουμε ως τώρα.
Ακόμα, μπορεί να υπάρχει από παλιά στη ζωή μας κάποιο πρόβλημα που δεν έχει επιλυθεί και το οποίο εμφανίζεται διαρκώς μπροστά μας, αλλά διάφοροι φόβοι, συγκεκριμένοι ή ακαθόριστοι, μάς εμποδίζουν να επιχειρήσουμε να βρούμε μια λύση, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται επί χρόνια μια ανεπιθύμητη, πιεστική και εκτός ισορροπίας κατάσταση.
Επιχειρώντας μια περιγραφή όσων “πάσχουν” από ιδιοπαθή υπέρταση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι συνήθως είναι άτομα έντονα ευαισθητοποιημένα στις ανάγκες των άλλων, πολύ συχνά “αφιερωμένα” στην εξυπηρέτησή τους και αυτό δημιουργεί μέσα τους αρκετή εσωτερική πίεση, καθώς αναζητούν διαρκώς τρόπους να κάνουν τη ζωή των άλλων ευκολότερη, αναλαμβάνοντας, μερικές φορές, έως και την ευθύνη για την ευτυχία τους.
Όμως το κυκλοφορικό μας σύστημα είναι για να υποστηρίζει αποκλειστικά αυτόν στον οποίο ανήκει και η υψηλή πίεση είναι το μήνυμα που εκφράζεται από την εσωτερική μας ευφυία να προσέξουμε τον εαυτό μας πριν εκραγούμε. Υπάρχει μια λεπτή αλλά σαφής διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο ενδιαφέρον και την αγάπη μας για τους άλλους και η ευθύνη που έχουμε για την ευτυχία τους είναι μάλλον δικό μας νοητικό κατασκεύασμα, ασφαλώς λανθασμένο. Η πρώτιστη υποχρέωσή μας αφορά σε εμάς τους ίδιους και δεν είναι άλλη από την ηρεμία, τη χαρά και την πληρότητα της δική μας, προσωπικής και ατομικής ζωής. Οφείλουμε πρώτιστα στον εαυτό μας και ο προορισμός μας δεν είναι η ευθύνη για την ευτυχία των άλλων, ανεξάρτητα από το πόσο δικοί μας άνθρωποι είναι ή πόσο πολύ τους αγαπάμε.
Ακόμα και αν αναγνωρίζουμε, όμως, τον εαυτό μας στα παραπάνω, με ποιον τρόπο είναι αξιοποιήσιμη αυτή η κατανόηση; Πώς μπορεί να αλλάξει κάποιος χαρακτήρα προκειμένου να θεραπευτεί;
Εδώ ξεκινάει ένα άλλο, μεγάλο κεφάλαιο. Όμως η κατανόηση των αιτιών είναι το πρώτο σημαντικό βήμα μετά τη διάγνωση. Και η νοητική μας ενασχόληση με αυτές ταυτόχρονα με μια εσωτερική διαχείριση, το τρίτο. Άρα η θεραπεία έχει ξεκινήσει ήδη.
Αναστασία Χαδιά
Φαρμακοποιός, απόφοιτος Φαρμακευτικής Σχολής ΑΠΘ.
Υπεύθυνη για το ενημερωτικό blog του pharmahome.gr
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.